Η παραίτηση του Δημήτρη Καμμένου [από την θέση του υφυπουργού μόνο] είναι μία μικρή νίκη της “άναρχης” ηλεκτρονικής συμμετοχής που διορθώνει τις αδικίες του “στη δημοκρατία, οι ιδέες δεν διώκονται”. Τα social media εισέρχονται στην ηλικία της εφηβείας όπου ναι μεν ο έφηβος επιθυμεί επαναστάσεις αλλά αρχίζει να αντιλαμβάνεται το επικίνδυνο της υπερβολής.
Να σημειωθεί επίσης, πως η περίπτωση του συγκεκριμένου βουλευτή δεν είναι μία μεμονωμένη περίπτωση. Παρόμοια σοσιαλμιντιακή χυδαιότητα εντοπίζουμε και σε άλλους πολιτικούς όπως και δημοσιογράφους.
Αυτό οφείλεται σε δύο λόγους και υποκινείται από δύο ορμές:
Οφείλεται στην αδυναμία ταχείας αντίληψης του δημόσιου χαρακτήρα στον διαδικτυακό λόγο και
στο μεγάλο ποσοστό χρηστών που έχουν εγκλωβιστεί στη δίνη της διαδικτυακής εκτόνωσης [να σημειωθεί πως οι χειροκροτητές μας είναι ο πιο επικίνδυνος εχθρός].
Υποκινείται δε από την πρόθεση χειραγώγησης ικανού κοινού και την δυνατότητα δωρεάν προβολής.
Εισερχόμαστε σε πολύ ενδιαφέροντες ψηφιακούς καιρούς. Οι χρήστες έχουν προϊστορία. Καταγεγραμμένη.
Κι ενώ η διαδικτυακή μας προσωπικότητα [τμήμα της συμβατικής] θα μπορεί εύκολα να στοχοποιηθεί, παράλληλα το σύνολο της διαδικτυακής μας παρουσίας θα μπορεί να ανακόπτει κάθε χυδαίο character assassination.
Σιγά σιγά, όλοι θα συνειδητοποιήσουμε πως στις οντολογίες των κοινωνικών δικτύων, οι οντότητες των χρηστών φέρουν πέρα από τα στοιχεία τους και τις ιδιότητες τους σε δυναμική συσχέτιση με τις προθέσεις τους.
Μία δήλωση από έναν εκπαιδευτικό θα εκλαμβάνεται όλο και πιο συνειδητοποιημένα διαφορετικά από μία δήλωση άγνωστου χρήστη. Το ίδιο και μία δήλωση δημοσιογράφου. Πολύ δε μάλλον ενός πολιτικού.
Ο διαδικτυακός μας λόγος εκπροσωπεί υπό μία έννοια το σύνολο της συμβατικής μας ταυτότητας η οποία καθορίζεται και από τα εργασιακά μας περιβάλλοντα. Όταν λοιπόν αυτός ο διαδικτυακός λόγος διεκδικεί δηλωμένη εκπροσώπηση, περιμένω πως οι χρήστες θα είναι μάλλον αμείλικτοι στην κρίση τους.
*Digital hangover = Ψηφιακό “μεθύσι”